Στις 26 Απριλίου 1999, η 37χρονη Τζιλ Ντάντο μετρούσε ήδη μια 20ετία καριέρας στη δημοσιογραφία. Ήταν η αγαπημένη των Βρετανών, την αποκαλούσαν κορίτσι της διπλανής πόρτας, πριγκίπισσα των μέσων ενημέρωσης, το ηλιοτρόπιο των καθημερινών ανθρώπων που δεν χόρταιναν να την βλέπουν στην τηλεόραση.
Ένας άγνωστος, έως σήμερα, άνδρας την εκτέλεσε εν ψυχρώ πυροβολώντας την στο πίσω μέρος του κεφαλιού, ώρα 11 το πρωί, τη στιγμή που ετοιμαζόταν να μπει στο σπίτι της, στο Φούλαμ, στο δυτικό Λονδίνο.
Η νεαρή γυναίκα από μια μικρή κωμόπολη κοντά στο Μπρίστολ, είχε ένα φωτεινό πρόσωπο, αψεγάδιαστη εμφάνιση, τέλεια προφορά και ζεστό βλέμμα, που θύμιζε έντονα την λατρεμένη πριγκίπισσα του λαού, Νταϊάνα. Είχαν άλλωστε το ίδιο κούρεμα και χτένισμα, που όπως λέει ο προσωπικός κομμωτής της, εκείνη είχε πρώτη υιοθετήσει πριν τη λαίδη Ντι.
Το νέο ντοκιμαντέρ του Netflix με τίτλο “Ποιος σκότωσε τη Τζιλ Ντάντο;” φωτίζει ή παραπλανεί;
Το ντοκιμαντέρ δίνει το λόγο σε όλα τα πρόσωπα που αποτελούσαν τον πιο στενό κύκλο της, φωτίζει πτυχές που είχαν παραβλεφθεί, σημειώνει η εφημερίδα Guardian, ενώ αφήνει τον θεατή με μία σκέψη: Υπάρχει ένα πρόσωπο που γνωρίζει τον εκτελεστή της λαμπερής δημοσιογράφου στην καλύτερη στιγμή της ζωής και της καριέρας της.
Την εποχή της δολοφονίας της, η Ντάντο εκτός την παρουσίαση δελτίων ειδήσεων στο BBC, συμπαρουσίαζε με τον δημοσιογράφο Νικ Ρος, την εξαιρετικά δημοφιλή εκπομπή Crimewatch. Στα προσωπικά της, είχε ανακοινώσει τον αρραβώνα της με ένα γνωστό γυναικολόγο με τον οποίο είχαν ορίσει ημερομηνία για τον γάμο τους, τον Σεπτέμβριο 1999.
Για τους Βρετανούς, η υπόθεση της ανεξιχνίαστης εν ψυχρώ εκτέλεσης της Τζιλ Ντάντο παραμένει το μεγαλύτερο άλυτο μυστήριο δολοφονίας τόσο δημοφιλούς και γνωστού προσώπου στη χώρα.
Χαρακτηριστικό δε, είναι ότι στην κηδεία της, τον Μάιο του 1999, χιλιάδες άνθρωποι είχαν παραταχθεί στη διαδρομή από όπου πέρασε το φέρετρό της για να την αποχαιρετίσουν. “Πριν δυο χρόνια χάσαμε το ρόδο μας” έλεγαν αναφερόμενοι στην Νταϊάνα. “Τώρα χάσαμε το ηλιοτρόπιό μας” συμπλήρωναν για τη Τζιλ Ντάντο.
Το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε με την έγκριση και συμμετοχή του μεγαλύτερου αδελφού της, Νάιτζελ. Ενός συνταξιούχου, πλέον, δημοσιογράφου τοπικών μέσων που είχε ωθήσει την χαρισματική αδελφή του να ανοίξει τα φτερά της και να καταξιωθεί στα ανδροκρατούμενα, τότε, σαλόνια της βρετανικής δημοσιογραφίας στο Λονδίνο.
Ο Νάιτζελ Ντάντο πιστεύσει ότι το ντοκιμαντέρ θα βοηθήσει κάποια στόματα να ανοίξουν.
Η Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου, τα χρόνια που ακολούθησαν τη δολοφονία της Ντάντο, ξετίναξε κάθε πιθανή πτυχή της ζωής της και κάθε πρόσωπο που συνδεόταν μαζί της. Δεν βρέθηκε τίποτα. Δεν βρήκε… κανένα κίνητρο. Η Ντάντο δεν είχε μπλεξίματα, δεν είχε επαφές με τον υπόκοσμο, τα ρεπορτάζ της είχαν κοινωνικό χαρακτήρα και όταν κάλυψε τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στην πρώην Γιουγκοσλαβία ήταν για να αναδείξει το ανθρωπιστικό δράμα. Να ήταν κάποιος stalker, κάποιος που εμμονικά την παρακολουθούσε; Να ήταν κάποιος παραβατικός που ήθελε να της κλείσει το στόμα λόγω της εκπομπής Crimewatch που παρουσίαζε στοιχεία για την εξιχνίαση εγκλημάτων; Να ήταν κάποιος που ήθελε να εκδικηθεί για τα ρεπορτάζ για τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Σερβία; Καμία θεωρία δεν ευσταθούσε.
Στο πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ που κάνει ανασύσταση μιας εποχής φροντίζοντας να δείχνει την οπτική των δικών της ανθρώπων, συγγενών και, κυρίως, συναδέλφων, παρουσιάζονται όλες οι θεωρίες, τα γεγονότα, τα λάθη της αστυνομίας, οι πληροφοριοδότες που έλεγαν ψέματα και βέβαια, η ιστορία του ανθρώπου που καταδικάστηκε χωρίς να φταίει και μετά αθωώθηκε, του μοιραίου προσώπου Μπάρι Τζορτζ, που μιλά για πρώτη φορά στο ντοκιμαντέρ.
Ο Τζορτζ είναι το κατεξοχήν παράδειγμα του πώς- υπό την πίεση της κοινής γνώμης και των ΜΜΕ- μπορεί η Αστυνομία να “διαβάσει” τα στοιχεία προς μία κατεύθυνση και ουσιαστικά να κατασκευάσει έναν ένοχο. Ο άνδρας αυτός έμενε στην ίδια γειτονιά με την Ντάντο. Ήταν ένας παραβατικός άνδρας με κάποιες εμμονές που μέσα από μια σειρά λανθασμένων ερμηνειών και παραξηγήσεων έφτασε να καταδικαστεί και να περάσει οκτώ χρόνια στη φυλακή μέχρι η υπόθεσή του να εκδικαστεί εκ νέου και να αθωωθεί, και μάλιστα να αποζημιωθεί.
Στο τέλος του ντοκιμαντέρ, ένα από τα πρόσωπα που μιλούν για την ανεξιχνίαστη δολοφονία της Ντάντο- ένας πρώην ληστής Τραπεζών- λέει ότι στους σκοτεινούς κύκλους του εγκλήματος στη Βρετανία, κυκλοφορεί ένα όνομα για το ποιος ήταν ο δολοφόνος της Τζιλ. Ωστόσο δεν αποκαλύπτει το όνομα.
Η έρευνα της Ντάντο για υπόθεση παιδοφιλίας
Λέγεται ότι η Τζιλ Ντάντο, την δεκαετία του ’90, ερευνούσε μια υπόθεση παιδοφιλίας μέσα στην καρδιά του BBC και είχε συλλέξει πολλές πληροφορίες.
Τρία χρόνια μετά τη δολοφονία της, ξέσπασε το σκάνδαλο του Τζίμι Σάβιλ, του τηλεστάρ που βίασε εκατοντάδες παιδάκια.
Εκκεντρικός, μέντορας του πρίγκιπα Καρόλου, φίλος της Νταϊάνα, συνομιλητής της Ελισάβετ και της Θάτσερ, ο “φιλάνθρωπος” σερ Σάβιλ ήταν επί χρόνια παρουσιαστής της πιο σημαντικής μουσικής εκπομπής του πλανήτη, του Top of The Pops στο BBC. Ο Σάβιλ πέθανε στα 85 του χρόνια, στην ιδιαίτερη πατρίδα του στο Λιντς, το 2011.
Στην κηδεία του πήγαν χιλιάδες συγκινημένοι Άγγλοι, ο Κάρολος έστειλε μήνυμα «λύπης», δρόμοι πήραν το όνομά του και ο Σάβιλ πήρε τη θέση του στο πάνθεον των ανθρώπων που μίλησαν στην καρδιά ενός ολόκληρου έθνους.
Λίγο αργότερα, μια ομάδα δημοσιογράφων άνοιξε το κουτί με τα μυστικά και από μέσα βγήκαν τόσα τέρατα που η Βρετανία αρνείται ακόμη να πιστέψει την αλήθεια.
Περισσότερα από 700 περιστατικά παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης και βιασμών παιδιών -από 5 χρονών και ανεξαρτήτως φύλου- ήρθαν στη δημοσιότητα.
Ωστόσο το BBC, λέει ότι “δεν υπάρχουν αποδείξεις” για τη σύνδεση του θανάτου της Τζιλ Ντάντο με την υπόθεση του “σπουδαίου” παρουσιαστή του.
Αλίμονο. Κολλητός του παλατιού και να υπάρχουν “αποδείξεις”, όταν το ίδιο το παλάτι είναι ύποπτο για το θάνατο της Νταϊάνα, αλλά… κι εκεί δεν υπάρχουν “αποδείξεις”…